Τούτ’ η πόλη μοιάζει ξένη
στα δυο μάτια μου εμπρός,
τσιμεντένια αγαπημένη
που την άλλαξε ο καιρός.
Τούτ’ η πόλη που πηγαίνει
μέρα νύχτα βιαστική,
με θωριά αλαφιασμένη
και πνιγμένη τη φωνή;
Σαν γριά σαντέζα που ’χει
μια χαμένη ομορφιά,
σαν εικόνα του Τσαρούχη
που `χουν μείνει τα καρφιά.
Τούτ’ η πόλη αλήθεια μοιάζει
φάντασμα τρελό του νου
την θωρώ καθώς χαράζει
μες στα πέπλα του καπνού.
Ζωντανεύει κάπου κάπου,
όνειρο αληθινό,
σαν περνώ στου Φιλοπάππου
και κοιτώ το δειλινό