Εγώ είμαι ενός ψαρά παιδί,
μαυροματούσα και ξανθή.
Και βγήκα να ψαρέψω,
μαύρα μάτια να διαλέξω.
Ωωωωχ! Να πεθάνουν οι χήρες όλες!
Και ρίχνω τη βολτίτσα μου,
καημό που’ χει η καρδίτσα μου.
Και πιάνω ένα λαβράκι
και στην τύχη μου χοντρουλάκι.
Και πιάνω ένα ψαράκι
και στην τύχη μου λαβράκι.
-Έρε κλέφτη ντουνιά, άσπλαχνε! Μ’ έφαγες!
Και σχίζω την κοιλίτσα του,
καημό που’ χει η καρδίτσα του.
Και βγήκαν τρεις κοπέλες
και οι τρεις αρματωμένες.
Η μια ήταν απ’ το Γαλατά,
βάστα το νου σου δυνατά.
Και η άλλη απ’ το Νιχώρι,
που την αγαπούσαν όλοι.
-Πω, πω, πω, πω, πω, πω, πω, πω, πωωωω! (φωνή Νταλγκά)
-Γεια σου, Νταλγκά!
-Γεια σου, Παστουρμά!