Από τη μια βαθύς γκρεμός
κι από την άλλη ποταμός
κι εγώ γεμάτος βάσανα
το μονοπάτι πήρα,
να σκοτωθώ ή να πνιγώ,
πες μου σκληρή μου μοίρα.
Εγώ είμαι η μαύρη μοίρα σου
βρε άνθρωπε κουτέ
κι αν είναι να πεθάνεις
ή τώρα ή ποτέ.
Φύγε από δίπλα μου στοιχειό,
φύγε καταραμένη,
έχω παιδιά ανήλικα,
γυναίκα και μητέρα
κι όταν δεν τους κοιτάξω εγώ
δεν ζούνε ούτε μέρα.
Τότε γιατί απελπίζεσαι
βρε άνθρωπε κουτέ,
απ’ τις ευχές που παίρνεις
δε θα χαθείς ποτέ.