Κάθε μέρα, πως θα φύγεις,
φοβε- φοβερίζεις και μου λες,
μα, από τέτοια παραμύθια,
μας τα εί- μας τα είπανε πολλές.
Αχ, κούνια που σε κούναγε
και μάνα που σ’ εγέννα,
το μοναστήρι να ‘ναι καλά
και μην με κλαις εμένα.
Και που σ’ έχω, φύρα έχω
μονα- μοναχά, και τσαμπουκά,
φύγε, στρίβε, σου πληρώνω
και τα ο- και τα οδοιπορικά.
Αχ, κούνια που σε κούναγε
και μάνα που σ’ εγέννα,
το μοναστήρι να `ν’ καλά
και μην με κλαις εμένα.
Από σένα θα μου μείνουν
βερε- βερεσέδια απλήρωτα,
άιντε, στο καλό, κυρά μου
και δεν τρέ- και δεν τρέχει τίποτα.
Αχ, κούνια που σε κούναγε
και μάνα που σ’ εγέννα,
το μοναστήρι να ‘ναι καλά
και μην με κλαις εμένα.