Κυριακή γλυκοχαράζει
κι η φτωχολογιά γιορτάζει,
αχ! Κυριακή μου έμμορφη,
παντού χαρά μοιράζεις,
τα κουρασμένα μας κορμιά
εσύ τα ξεκουράζεις.
Μόνον εγώ την Κυριακή
χαρά ποτέ δεν είδα,
απ’ τη μανούλα μου μακριά
κι απ’ τη γλυκιά πατρίδα.
Σαν ξημερώνει Κυριακή, αχ!
χαίρονται πλούσιοι και φτωχοί.
Κυριακή γλυκοχαράζει
κι όλος ο ντουνιάς γιορτάζει,
πρωί πρωί, χαρούμενα,
χτυπάνε οι καμπάνες,
χαίρονται οι μάνες τα παιδιά
και τα παιδιά τις μάνες.
Μόνο για μένα, Κυριακή
ποτέ δεν ξημερώνει,
γιατί με τρων’ της ξενιτιάς
τα βάσανα κι οι πόνοι.
Σαν ξημερώνει Κυριακή, αχ!
χαίρονται πλούσιοι και φτωχοί.