Μια μάνα, είχε ένα λεβέντη,
που της τον πήρε η ξενιτιά,
ποτέ, στα νιάτα της, δεν είχε κλάψει,
μα κλαίει τώρα, στα γηρατειά.
Όλη η ζωή της κι όλο της το βιος,
είναι ο λεβέντης, ο μοναχογιός.
Ο γιος τής γράφει, ο γιος της στέλνει
κάθε εβδομάδα, επιταγή,
αλλά, τα πλούτη τι να τα κάνει
που είναι ρημάδι, μέσα στη γη.
Όλη η ζωή της κι όλο της το βιος,
είναι ο λεβέντης, ο μοναχογιός.
Παιδί μου, έλα και ας πεθάνω,
η δόλια η μάνα παραμιλεί,
στην αγκαλιά σου να ξεψυχήσω
με ένα δάκρυ κι ένα φιλί.
Όλη η ζωή της κι όλο της το βιος,
είναι ο λεβέντης, ο μοναχογιός.