Ρώτησα κάποτε τον άνεμο
πού παν τα σύννεφα που διώχνει
και μου ‘πε “Σε τόπο μυστικό κι απάνεμο
απ’ όπου ανάγκη δεν τα διώχνει’.
Ρώτησα κάποτε τον ουρανό
πού παν τ’ αστέρια όταν φέξει
και μου ‘πε “Αιωρούνται στο κενό
και καρτερούν τη νύχια να τους γνέψει”.
Ρώτησα κάποτε τα κύματα
γιατί πεισμώνουν κι αγριεύουν
και μου ‘παν “Γυρεύουν νιάτα θύματα
που στο βυθό τα παγιδεύουν”.
Ρώτησα κάποτε και τη φωτιά
μες στις καρδιές γιατί φουντώνει
και μου ‘πε “Μονάχα η άδεια αγκαλιά
δε με βαστά κι αργολιώνει.