Μάνα μου που με πότιζες
σαν δέντρο στην αυλή σου,
θα φύγω για τη ξενιτιά
και δώσ’ μου την ευχή σου.
Μάνα μου, μάνα μου
αυτά τα ξένα μέρη
είναι δίκοπο,
δίκοπο μαχαίρι.
Ποιος ξέρει μάνα μου γλυκιά,
που θα κατασταλάξω,
αν θα ’χω ρούχα καθαρά
στη ξενιτιά ν’αλλάξω.
Μάνα μου, μάνα μου
αυτά τα ξένα μέρη
είναι δίκοπο,
δίκοπο μαχαίρι.
Στα χώματα της ξενιτιάς
ο άνθρωπος τσακίζει,
μαραίνεται σαν το δεντρί
και γρήγορα ασπρίζει.
Μάνα μου, μάνα μου
αυτά τα ξένα μέρη
είναι δίκοπο,
δίκοπο μαχαίρι.