Τρεις μαυροφόρες κλαίγανε
μέσα στο ερημοκλήσι,
τις είδα μπρος στην Παναγιά
να έχουν γονατίσει.
Η μια έκλαιγε τον άντρα της
η άλλη για τον γιο της,
η τρίτη για τη μάνα της
και για τον αδελφό της.
Τις είδα μες στην εκκλησιά
να ανάβουν τα καντήλια
και να ζητούν παρηγοριά
με πικραμένα χείλια.
Η μια έκλαιγε τον άντρα της
η άλλη για τον γιο της,
η τρίτη για τη μάνα της
και για τον αδελφό της.
Το δράμα που αντίκρισα
απ’ την καρδιά δε σβήνει
η εικόνα μες στα μάτια μου
αχ, για πάντα έχει μείνει.
Η μια έκλαιγε τον άντρα της
η άλλη για τον γιο της,
η τρίτη για τη μάνα της
και για τον αδελφό της.