Από τον πουνέντη κι από το βοριά
κι από την αγάπη μου καμιά παρηγοριά
της θάλασσας τον ταραγμό ακούω και τρομάζω
κι απ’ της αγάπης τον καημό κλαίω κι αναστενάζω.
Από το μαΐστρο κι από το νοτιά
ήρθε ένα χαμπέρι σου, δε θα γυρίσεις πια.
Τη θάλασσα παρακαλώ και του γιαλού του τάζω
φέρτε μου την αγάπη μου να μην αναστενάζω.
Με την τραμουντάνα και με το γαρμπή
στείλε μου παρηγοριά κακό να μη με βρει.
Της θάλασσας της έταξα μεταξωτές κορδέλες
να φέρνει τα χαμπέρια σου μέσα σε λίγες μέρες.