Εγέρασα, εγέρασα μανούλα μου
πρωτύτερα από σένα, από σένα
Δε με γερά, γεράσαν γέρατα
δε με γεράσαν ξένα, τα ξένα
Με γέρασεν η φυλακή,
της Πύλου τα μπουντρούμια
Χρόνια και χρο, και χρόνια καταγής
στον τοίχο ακουμπισμένος, αχ μάνα
Έλιωσε το, αχ το κορμάκι μου
και το δεξί μου χέρι, το χέρι
Περικαλώ την Παναγιά
το χέρι μου να γιάνει