Έρχονται κάτι πρωινά τις Κυριακές,
που’ναι χειρότερα και από βράδια Σαββάτου,
στο άδειο σπίτι δεν μυρίζει ο καφές,
και προσποιούμαι τον αδιάφορο μα άκου..
Για να είμαι ειλικρινής, δε σε ξεπέρασα
για να είμαι ειλικρινής, στην τρέλα έφτασα
για να μείνω ζωντανός, προσποιούμαι συνεχώς
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός.
Για να είμαι ειλικρινής, δε σε ξεπέρασα
για να είμαι ειλικρινής, στην τρέλα έφτασα
για να μείνω ζωντανός, προσποιούμαι συνεχώς
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός.
Θα’ρθουνε καλοκαίρια σαν φωτιά,
κάτι χειμώνες σαν παγόβουνα μπροστά μου,
λες και υπάρχεις μες στο χώρο σε κοιτώ,
ρωτώ άν είσαι κάπου εδώ για να σ’αγγίξω.
Για να είμαι ειλικρινής, δε σε ξεπέρασα
για να είμαι ειλικρινής, στην τρέλα έφτασα
για να μείνω ζωντανός, προσποιούμαι συνεχώς
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός.
Για να είμαι ειλικρινής, δε σε ξεπέρασα
για να είμαι ειλικρινής, στην τρέλα έφτασα
για να μείνω ζωντανός, προσποιούμαι συνεχώς
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός.
Για να είμαι ειλικρινής, δε σε ξεπέρασα
για να είμαι ειλικρινής, στην τρέλα έφτασα
για να μείνω ζωντανός, προσποιούμαι συνεχώς
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός
μάρτυρας μου τι περνάω, ο Θεός.