Αρχοντικό μου πέτρινο με τους εννιά οντάδες
που σ΄έχουνε κληρονομιά σαράντα αφεντάδες.
Πε μου ποιανού ΄ναι η ρήγισσα που βγαίνει στο μπαλκόνι
κι από την ομορφάδα τζη η μέρα ξημερώνει
Και τη θωρούνε τα πουλιά και κελαηδούν και λένε
πως κι οι θεοί, που ‘ναι θεοί τον έρωντά τζη θένε
Να ‘ναι νεράιδας γέννημα γ-ή Παναγιάς κοράσο
γ-ή του ντουνιά αερικό ευχή να τση διαβάσω
Να μ’αγαπήσει το φτωχό και ταπεινό διαβάτη
να μπω για το χατήρι τζη στ΄ αρχοντικό παλάτι
Και τη χρυσή μου την καρδιά να βάλω στην ποδιά τζη
που ΄ναι πολυτιμότερη απ‘ όλα τ’ αγάθα τζη.