Πότε θ’ ανοίξουμε πανιά
να κάτσω στο τιμόνι
να δω της Λέρος τα βουνά
να μου διαβούν οι πόνοι
Πάει ο μπρούντζος να ορτσάρει
κι ο καιρός δε σιουντάρει
Πάψε βοριά μου να φυσάς
τα κύματα να αφρίζεις
και τη μπρατσέρα που `ρχεται
να μην την εμποδίζεις
Πάει ο Προύζος να ορτσάρει
και του σπάζει το κοντάρι
Ξημέρωσε η ανατολή
μπονάτσα να σκορπίσει
και τη μπρατσέρα που `ρχεται
να την καλωσορίσει
Μπρατσέρα μου έλα γιαλό
που ‘χω δυο λόγια να σου πω