Δεν είσαι έτοιμος ποτέ, ποτέ, ποτέ
γι’ αυτό που σου συμβαίνει,
εσύ επιπλέεις στα ριχά αργά, αργά
κι ο άνεμος σε παίρνει.
Σ’ ένα νησάκι φουσκωτό
εκεί εγώ, τα χέρια μου είναι δρόμος
κι ούτε κατάλαβα το πως,
το πως γυρνά ανάποδα ο κόσμος όλος.
Μεσοπέλαγα εγώ γέλαγα,
με πέτυχε η αγάπη.
Μεσοπέλαγα εγώ γέλαγα
και δε ζητούσα κάτι,
με σκόρπισε η αγάπη,
με σκόρπισε η αγάπη.
Εγώ το είχα υποσχεθεί
εκεί κλειστή τη σκέψη μου να έχω
κι ούτε που ζήτησα κουπιά,
ούτε πανιά στον άνεμο να τρέχω.
Μα πάντα αλλιώς, αλλιώς αλλιώς
τ’ άγγιγμα στο δέρμα
και ανατρέπεται ο παλιός ο σταθερός ο κόσμος
μ’ ένα βλέμμα ψέμα.