Σαν επιτάφιος γυρίζω
πάλι στην ίδια γειτονιά
Ζεστό το απόγευμα και γκρίζο
και τα φανάρια σαν κεριά
Φόβος και τρόμος των επτά θαλασσών
λόγια βγαλμένα με τιρμπουσόν
Λέξεις που τις τανύζουμε
και τα λεξοτανίλ που πήρα
και δεν ξεπλένονται μετά
ούτε στη λίμνη του Πλαστήρα
Εσύ δε θέλεις να με δεις
όμως το βλέμμα σου σε προλαβαίνει
και μέσα στην καρδιά μου μπαίνει
Καρδία Καρδίτσα στις εννιά
γύρω στις δέκα ερημιά
Κορνάρουν τώρα τον γιατρό
που ‘χει διπλοπαρκάρει
τον νόμιμο του εαυτό
πλάι στο νέο το φεγγάρι