x

Ο Θύμιος κανταδόρος

Καλλιτέχνης: Χιώτης Μανώλης Τρίο Μπελκάντο Χατζηχρήστος Κώστας
Άλμπουμ:
Συνθέτης: Χιώτης Μανώλης
Στιχουργός: Χιώτης Μανώλης
Είδος μουσικής: Ελληνικό λαικό
Θεματολογία: Έρωτας
Έτος Κυκλοφορίας: 1959

Ωωωωωωαααα

Ασουπή, ασουπή.

Ωωωωωωαααα

Γεια σου Θύμιο.

Τίπουτας, τίπουτας. Ασουπή είπα.
Έλα δω, Χιώτ’. Έχεις ακούσ’ ένα καινούργιου τραγούδ’
που έγραψα για το κουρίτσι μ’; Α;

Όχι, δεν το `χω ακούσει.

Δεν το `χεις ακούσει;
Αν θες, πάρ’ τα κλατσακλίμπανα σ’, πάρε και τα παιδιά
και πάμι στο κορίτσι μ’ να τ’ς κάνουμε καντάδα.

Ποιο κορίτσαι σου;

Ποιο κορίτσι μ’; Τι λες ρε Μανώλη. Το κορίτσι μ’ δεν ξέρς, το Λινάκι
που έχει πατέρα τον….

Α, α, α, κατάλαβα.

Τι κατάλαβες;

Που έχει πατέρα τον κυρ Διαμαντή και μητέρα την κυρά Μαρία.

Μάλιστα.

Τι λε ρε Θύμιο. Τρελός είσαι;

Γιατί.

Θες να φάμε κι οι δυο μαζί ξύλο;

Έλα δω ρε, τι φοβάσαι;
Στηρίξου σ’ ιμένα και μη φουβάσαι τίπουτας.
Τίπουτας, πιδί μου. Πάρε τα Μπιλκάντια κι πάμι.

Έχω όρεξη απόψε στο κορίτσι μου να πάω
μια καντάδα να της κάνω επειδής την αγαπάω.

Αν σ’ ακούσει ο μπαμπάς της
όταν θα της τραγουδάς,
θα κατέβει να σ’ αρπάξει,
θα κατέβει να σ’ αρπάξει,
θα κατέβει να σ’ αρπάξει
και το ξύλο που θα φας.

Οπωσδήποτες θα πάω να της πω ένα τραγούδι
για να βγει στο παναθύρι το γλυκό μου αγγελούδι.

Έχει ζόρικο πατέρα,
ρε κορόιδο, πού θα πας;
και μια μάνα, Παναγιά μου,
και μια μάνα, Παναγιά μου,
και μια μάνα, Παναγιά μου,
ε, ρε, ξύλο που θα φας.

Δε με νοιάζει τι θα γίνει, τ’ απρφάσισα να πάου
κι αν κατέβουν να με δείρουν, και θα δώσω και θα φάου.

Θα σε σπάσουνε στο ξύλο
η κατάληξη λοιπόν,
τα χαράματα σε βλέπω,
τα χαράματα σε βλέπω,
τα χαράματα σε βλέπω,
για το Πρώτων Βοηθειών.

Αχ! τι έπαθα ι έρμους. Τίπουτας.
Ιγώ θα ξαναπάου. Αμ πως!