Τα κάλλη σου βατόμουρα κι είπα να σου τα κόψω.
Αγκάθια μ’ αγκυλώσανε μα ό,τι είναι θα τελειώσω.
Εμένα κι αν μου τ’ αρνηθείς κι ώσπου να καμαρώσεις
θα’ ρθει ο άγριος τρυγητής κι ό,τι έχεις θα του δώσεις.
Γι’ αυτό λοιπόν τα κάλλη σου σε μένα να τα δώσεις.
Παράβλεψε τα λάθη μου και τα ελαττώματά μου.
Κοίτα ωτρέμει η ανάσα μου και τ’ ακροδάχτυλά μου.
Στο φως που τρέχει γρήγορα ν’ ανέβεις γητευτή μου
κι αν γελαστώ κι αν τυφλωθώ, θα ’ναι η αμοιβή μου.
Στο φως ν’ ανέβεις και να ‘ρθεις, αυτή ’ναι η γιορτή μου.
Θέλω να πω στους βάρβαρους και στους ειδωλολάτρες
πως έχω βάρος και Θεό και γι’ αυτονών τις πλάτες.
Θεό που κάθεται στη γη ξέρω τη γειτονιά του
που `χει την αυταρέσκεια και δε θωρεί μπροστά του.
Μα σαν θα `ρθει ο τρυγητής, θα βρει τη γιατρειά του.
Θα `ρθει ο άγριος τρυγητής, να βρει τη γιατρειά του.