x

Όταν ξυπνάει το θέατρο

Όταν ξυπνάει το θέατρο απ’ τη βαριά του λήθη,
ο κόσμος γίνετ’ όμορφος κι η νύχτα παραμύθι
(κι η νύχτα παραμύθι, το κουκί και το ρεβίθι).

Κι οι αναμνήσεις που έχτισαν την ιστορία της Βέμπο,
χορεύουν κι ονειρεύονται σε νοσταλγίας τέμπο
(χορεύουν κι ονειρεύονται τη Βέμπο, τη Βέμπο).

Πάντα μαζί, θα βρισκόμαστε πάντα μαζί,
κι απαλά θα κυλά η ζωή, βράδυ πρωί.
Θα σου φιλώ, τα δυο χείλη σου θα σου φιλώ
και ποτέ η αγάπη αυτή δε θα σβηστεί.

Κι εφόσον βρήκαμε φωνές και θεατρίνους κλάσης,
θα ζωντανέψει μια φωνή με πάθος και μ’ εντάσεις.
Με χρώματα και με στιγμές κι ο χρόνος πήγαιν’ έλα,
με συντροφιά στα δύσκολα ρεφρέν… τη Μαρινέλλα!

Μας χωρίζουνε χρόνια, μα στο ίδιο τοπίο
οι φωνές ταξιδεύουν με βροχή και με κρύο,
κι είναι οι λέξεις που βάφουν τον ορίζοντα γκρίζο.
Δε σε ξέρω, μα νιώθω πως καλά σε γνωρίζω.

Μας χωρίζουνε τύψεις, μας ενώνει μια ελπίδα.
Λίγα λόγια μου είπες μια φορά που σε είδα.
Κι είν’ ο χρόνος σαν ώρα που ποτέ δεν τελειώνει,
όταν παίζει η ορχήστρα και στο δίσκο είσαι μόνη.

Το τι και το πώς και το πόσο, μαζί σας απόψε θα νιώσω,
για να ζωντανέψουνε όλα σα να `ναι γιορτή!
Το τι και το πώς και το πόσο σε σας πάλι απόψε θα δώσω,
να ζωντανέψουν ξανά οι στιγμές μιας φωνής, της φωνής μας φωνή!