Τα μελτέμια ήρθανε νωρίς
κι ο λοστρόμος έδενε το φλόκο,
τα αλάνια φώναζαν στο ντόκο
παίζοντας το τόπι ολημερίς,
τα αλάνια φώναζαν στο ντόκο
παίζοντας το τόπι ολημερίς.
Σκάντζα βάρδια κάθε Κυριακή
κι η ομίχλη ανάκατη με ζέστη,
από την Μπραζίλια στην Τεργέστη
κι ύστερα γραμμή για Κορσική,
από την Μπραζίλια στην Τεργέστη
κι ύστερα γραμμή για Κορσική.
Ξαγρυπνώντας στον ωκεανό
με το βλέμμα πάνω στην πυξίδα,
κάθε στεριανή, τώρα, ελπίδα,
μοιάζει μ’ όνειρο αλαργινό,
κάθε στεριανή, τώρα, ελπίδα,
μοιάζει μ’ όνειρο αλαργινό.