Έρεψα πια στα πόδια μου
και λιώνω κάθε μέρα
γονάτισα πια, δεν βαστώ,
με τέτοια βάρη που ‘χω εγώ
δεν θα τα βγάλω πέρα.
Τη φτωχολογιά ρωτήστε
μ’ ένα στόμα να σας πει
τι αγώνα έχει ο βίος
αχ, τι φαρμάκια έχει η ζωή.
Έγινε η μοίρα δικαστής
κατήγορος μεγάλος
και μου ‘πε ως όπου θα ζω
θα τυραννιέμαι, θα πονώ
όσο κανένας άλλος.
Τη φτωχολογιά ρωτήστε
μ’ ένα στόμα να σας πει
τι αγώνα έχει ο βίος
αχ, τι φαρμάκια έχει η ζωή.
Το θάρρος που ‘χα το ‘χασα
κουράγιο δεν μου μένει,
ας σβήσω να ξεκουραστώ
αφού το ξέρω θα περνώ
ζωή βασανισμένη.
Τη φτωχολογιά ρωτήστε
μ’ ένα στόμα να σας πει
τι αγώνα έχει ο βίος
αχ, τι φαρμάκια έχει η ζωή.