Μες στης θάλασσας τα βάθη
είν’ το σπίτι μου
ολομόναχη για χρόνια
με τη λύπη μου.
Την αγάπη μου γυρεύω
μ’ όρκους μυστικούς
και παρακαλώ και γνέφω
στους περαστικούς.
Αχ καράβι, καραβάκι
στο γιαλό που πας
ρώτησε ως της γης την άκρη
ζει ο βασιλιάς
ο Αλέξανδρος που αντρειεύει
πότε θα φανεί
ζει κι αιώνια βασιλεύει
ποιος θ` αποκριθεί.
Ο καημός μου ένα δάκρυ
άστρο φωτεινό
απ’ της μοίρας το πηγάδι
φέρνω το νερό
να ξεπλύνω ανθρώπων λόγια
πάθη, κρίματα
με ροδόσταμο και μύρο
στ’ άγια κύματα
αχ καράβι, καραβάκι
στο γιαλό που πας